Κάστρο
Το Κάστρο των Ιωαννίνων είναι κτισμένο στη δυτική όχθη της λίμνης Παμβώτιδας σε μικρή βραχώδη χερσόνησο, στα δύο υψώματα της οποίας διαμορφώνονται ισάριθμες ακροπόλεις.
Το Κάστρο των Ιωαννίνων είναι κτισμένο στη δυτική όχθη της λίμνης Παμβώτιδας σε μικρή βραχώδη χερσόνησο, στα δύο υψώματα της οποίας διαμορφώνονται ισάριθμες ακροπόλεις.
Τετράγωνο θολοσκέπαστο οικοδόμημα με τις χαρακτηριστικές καμινάδες της εστίας του.
Στη δυτική πλευρά διαμορφωνόταν μικρή δεξαμενή και κρήνη. Σήμερα, λειτουργεί ως αναψυκτήριο του αρχαιολογικού χώρου.
Το Αρχοντικό Μίσιου (Ασωπίου 9) είναι χαρακτηρισμένο ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με Βασιλικό Διάταγμα του 1936 και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της αστικής γιαννιώτικης αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα.
Το μικρό κτήριο κάτω από τη βορειοανατολική ακρόπολη του Κάστρου πιθανότατα συνδέεται με το συγκρότημα του ιεροδιδασκαλείου του Ασλάν Πασά.
Κτίστηκε το 1928 από την Εθνική Τράπεζα, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ζουμπουλίδη σε ρυθμό "μεταβυζαντινό", πάνω στα θεμέλια του οθωμανικού Διοικητηρίου που καταστράφηκε, μάλλον από εμπρησμό, το 1926.
Πρόκειται για συγκρότημα κτηρίων (Λεωφόρος Δωδώνης 10) που κτίστηκε το 1930, σε σχέδια των αρχιτεκτόνων Αριστοτέλη Ζάχου και Περικλή Μελίρρυτου και τα εγκαίνια έγιναν το 1938.
Η Στοά Λούλη κτίστηκε το έτος 1875 και οι αψίδες στην είσοδο της μεταφέρθηκαν από την Ιταλία. Αρχικά η στοά λειτούργησε ως χάνι, στο οποίο κατέλυαν οι άνθρωποι από τα χωριά, όταν παρέμεναν στα Γιάννινα.
Σιγά σιγά το χάνι έγινε σημείο - κόμβος, όπου συγκεντρώνονταν άνθρωποι από όλη την Ήπειρο, για να ξεκινήσουν το μεγάλο, για την εποχή, ταξίδι τους στην Αθήνα. Η συνεχής κίνηση τόσων ανθρώπων είχε σαν αποτέλεσμα την μετατροπή της στοάς, σε εμπορικό κέντρο της εποχής.
Η ονομασία «Θησαυροφυλάκιο» οφείλεται σε προφορική παράδοση και δεν είναι γνωστό εάν σχετίζεται με την αρχική του χρήση.
Έχει ορθογώνια κάτοψη και χωρίζεται με πεσσοστοιχία σε δύο επιμήκεις χώρους. Μαζί με το κτήριο που διαμορφώθηκε στον ναό των Αγίων Αναργύρων ανήκε στη δυτική πτέρυγα του σεραγιού του Αλή Πασά.
Ο ναός του Αγίου Νικολάου Κοπάνων, βρίσκεται βόρεια από την πόλη των Ιωαννίνων, κοντά στη Λιμνοπούλα, στην βόρεια έξοδο της πόλης, στο δρόμο για το Πέραμα. Στην περιοχή αυτή παλαιά συνήθιζαν οι γυναίκες να πλένουν τα ρούχα και κοπανούσαν τις βελέντζες στο νερό, για αυτό και ο ναός πήρε την προσωνυμία των Κοπάνων.
Η Καπλάνειος Σχολή κτίστηκε το 1926 και συγκαταλέγεται στα άριστα δείγματα της νεοβυζαντινής τεχνοτροπίας. Δημιουργός της ο Περικλής Μελίρρυτος στην εποχή της ωριμότητάς του. Το σχολικό συγκρότημα φέρει το όνομα του εθνικού ευεργέτη Ζώη Καπλάνη(1736-1806). Σήμερα στο κτίριο στεγάζονται δημοτικά σχολεία και νηπιαγωγεία.
Στο νοτιοανατολικό τμήμα του Πάρκου Λιθαρίτσια (Αγ. Μαρίνας 55), αναπτύσσεται κτηριακό συγκρότημα αποτελούμενο από το τζαμί, τον μενδρεσέ και βοηθητικά κτίσματα, τα οποία ανήκαν στο σεράι που έκτισε ο Αλή Πασάς για τον γιο του Βελή.
Βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, κτισμένο από την οικογένεια Καππά στις αρχές του 20ου αιώνα και είναι το μοναδικό από τα ιδιωτικά κτίρια του Περικλή Μελίρυττου που σώζεται σήμερα. Ο μεσογειακός χαρακτήρας του οφείλεται στα ελαφρότερα στοιχεία του. Ο σημερινός ιδιοκτήτης ο διακεκριμένος γιατρός Δημήτριος Παρλαπάς διατήρησε τον αυθεντικό εσωτερικό διάκοσμο και τη αρχική του επίπλωση. Τέλος το χαρούμενο αυτό κτίριο έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο αρχιτεκτονικό μνημείο και έργο τέχνης.
Είναι ένα από τα πολλά κτίσματα εβραϊκής ιδιοκτησίας που σώζονται. Κτίστηκε το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα από τον Δαβιτζών Λεβή, που ήταν στρατιωτικός χειρουργός. Το κτίριο στέγασε για πολλά χρόνια ιδιωτικό εκπαιδευτήριο και γι’αυτό είναι γνωστό με το όνομα ‘’Λύκειο’’.
Η οικία Πυρσινέλλα (Αραβαντινού 1), είναι από τα λίγα τελευταία αρχοντικά που σώζονται στα Ιωάννινα. Είναι ιδιοκτησίας του Δήμου Ιωαννιτών, που προέρχεται από κληροδότημα του ιδιοκτήτη, Βασίλειου Πυρσινέλλα, ο οποίος υπήρξε και δήμαρχος της πόλης.
Τυπικό εβραϊκό κτίριο του 19ου αιώνα, που σήμερα κατοικείται. Η οδός Κουντουριώτη, στην οποία βρίσκεται το κτίριο, καθώς και η οδός Γιοσέφ Ελιγιά, ήταν οι δρόμοι, στους οποίους κατοικούσαν κυρίως Εβραίοι.
Κτίστηκε μεταξύ των ετών 1901 και 1905, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Περικλή Μελίρρυτου.
Υπέστη σοβαρές ζημιές από τους βομβαρδισμούς του 1940 και αποκαταστάθηκε το 1956. Αποτέλεσε διδακτήριο της πόλης και μέχρι σήμερα συνεχίζει να έχει εκπαιδευτικό χαρακτήρα στεγάζοντας ένα από τα Γυμνάσια της πόλης.
Το κομψό αυτό μέγαρο είναι γνωστό στους Γιαννιώτες ως η ‘‘παλαιά Εμπορική Σχολή’’. Είναι ένα περίοπτο και πολύ ενδιαφέρον κτίριο με έντονα νεοκλασικά γνωρίσματα. αλλά και με φανερή τη γαλλική επίδραση.
Κτίστηκε στη δεκαετία του 1870 ως κατοικία του βαλή του βιλαετίου των Ιωαννίνων. Πρόκειται για όμορφο οικοδόμημα με εντυπωσιακό αέτωμα, μεγάλο εξώστη στην πίσω πλευρά του, κορνιζώματα στα παράθυρα και συμπαγή περίτεχνα κιγκλιδώματα.
Το σεμνό, διακριτικό και ήρεμο νεοκλασικό κτίριο που βρίσκεται στον Κουραμπά, δίπλα στο Ξενία, είναι έργο του Σιγισμόνδου ΜινέΪκο.
Όταν το 1885 τοποθετήθηκε βαλής του σαντζακιού Ηπείρου και Αλβανίας ο Χιβζή Πασάς, γιαννιώτης στην καταγωγή, που άφησε εποχή για τον αδέκαστο χαρακτήρα και τα φιλάνθρωπα αισθήματά του, διαπίστωσε την έλλειψη σοβαρής ιατρικής περίθαλψης στην περιοχή.
Το Νεοκλασικό κτίριο, έργο του Περικλή Μελίρρυτου και ίσως το πρώτο χρονικά από της εγκατάστασής του στα Γιάννινα. Η Σχολή αναγέρθηκε με δαπάνη της εκ Ζαγορίου ευεργέτιδας Αγγελικής Παπάζογλου. Η Παπαζόγλειος Υφαντική Σχολή σήμερα δεν λειτουργεί και το κτίριο της εξυπηρετεί διδακτικές ανάγκες της πόλης. Το μέγαρο είναι χαρακτηρισμένο ως διατηρητέο ιστορικό μνημείο.
Είναι το μεγαλύτερο, σε επιφάνεια και όγκο, κτίριο των Ιωαννίνων. Η κατασκευή του πέρασε από πολλές περιπέτειες. Άρχισε να κτίζεται το 1935 σε σχέδια της γιαννιώτισσας αρχιτέκτονας Ερικαίτης Ιωαννίδου (1910-1984).
Το κτίριο της Νομαρχίας βομβαρδίστηκε το 1940 και για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο παρέμεινε ερείπιο. Άρχισε να ξανακτίζεται αργότερα και τελείωσε μόλις το 1960. Το 1970 προστέθηκε και τρίτος όροφος σε παραδοσιακό γιαννιώτικο ρυθμό, που έρχεται όμως σε αντίθεση με το λιτό και αυστηρό νεοκλασικό ύφος του αρχικού κτιρίου.
Κτίστηκε το 1905 με πρωτοβουλία του Οσμάν Πασά του Κούρδου, βαλή και γενικού διοικητή Ηπείρου και Νοτίου Αλβανίας.
Το κομψό αυτό αρχιτεκτόνημα, συνδυάζει στοιχεία της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, με χαρακτηριστικά του ανατολικού ρυθμού. Ο σχεδιασμός και η επίβλεψη των εργασιών οικοδόμησης του ρολογιού έγινε από το Γιαννιώτη αρχιτέκτονα Περικλή Μελίρρυτο.
Μεγάλων διαστάσεων κτήριο (1815-1820), το οποίο στέγαζε τη Σχολή Ιππικού του Αλή Πασά. Πρόκειται για ένα διώροφο οικοδόμημα ορθογώνιας κάτοψης που καλύπτεται με δίρριχτες στέγες.
Τρία μεγάλα τοξωτά ανοίγματα στη βορινή και νότια πλευρά διευκόλυναν την κυκλοφορία των ιππέων.
Η Στοά κτίστηκε μετά τον εμπρησμό των Ιωαννίνων το 1869, κατά τον οποίο καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος της παλιάς Γιαννιώτικης αγοράς.
Τα μαγαζιά που στεγάζονταν στο εσωτερικό της ήταν κτισμένα με πέτρα και έφεραν καμαρωτές πόρτες από χοντρά σιδερένια πορτόφυλλα, μεγάλα παράθυρα και υπόγειες αποθήκες.
Στο μνημείο περιλαμβάνονται δύο κτιστοί τάφοι που ανήκουν στον Αλή Πασά και σε μία από τις συζύγους του. Μετά τη δολοφονία του στο Νησί των Ιωαννίνων το 1822, τάφηκε μόνον το σώμα του, ενώ το κεφάλι του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Το σφυρήλατο σιδερένιο κιγκλίδωμα αποτελεί αντίγραφο του αυθεντικού που σωζόταν έως το 1940.
Το κτήριο του σημερινού ταχυδρομείου (Μάρκου Μπότσαρη 1) χτίστηκε το 1905 σε σχέδια του περίφημου αρχιτέκτονα Περικλή Μελίρρυτου μετά από εντολή του Πασά των Ιωαννίνων Οσμάν του Κούρδου.
Το Τζαμί της Καλούτσιανης βρίσκεται στην κεντρική πλατεία της ομώνυμης συνοικίας της πόλης. Σύμφωνα με επιτοίχια επιγραφή (άγνωστη σήμερα) το Τζαμί κτίστηκε το 1740 από τον Χατζή Μεχμέτ–πασά, βαλή (διοικητή) των Ιωαννίνων, στη θέση ενός μετζίτ (οθωμανικός ναός χωρίς μιναρέ).
Σ’αυτό το σπίτι με τα έντονα στοιχεία της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής που συνδυάζονται αρμονικά με την τοπική παράδοση, έζησε πενήντα χρόνια ο πρωτομάστορας της Εταιρίας Ηπειρωτικών Μελετών, Κωνσταντίνος Φρόντζος (1904-1986), ο οποίος ανέλαβε το σχεδιασμό του κτιρίου.
Το κτίριο κτίστηκε το 1938 και κληροδοτήθηκε στην Εταιρία Ηπειρωτικών Μελετών για να στεγαστεί το Λαογραφικό Μουσείο.
Από τα πιο όμορφα μεγαλοαστικά σπίτια των Ιωαννίνων με νεοκλασικά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Η συμμετοχή αρχιτέκτονα στο σχεδιασμό του κτιρίου είναι προφανής και το όνομά του δεν διασώθηκε. Ιστορική ήταν η οικογένεια των κτητόρων. Εθνικός αγωνιστής ήταν ο δικηγόρος Γεώργιος Τζαβέλλας. Η κόρη του Ισμήνη χάρισε το σπίτι της στο Δήμο με ολόκληρη τη μεγάλη αξίας οικοσκεύη, ώστε να γίνει μουσείο γιαννιώτικης παραδοσιακής κατοικίας.
Το κτήριο της Μεραρχίας, στην οδό Αβέρωφ, ονομαζόμενο τότε ως «Κονάκι», χτίστηκε από τον Ρασήμ Πασά, ο οποίος ίδρυσε και το δήμο των Ιωαννιτών το 1871.
Ο Ρασήμ θεμελίωσε την Μεραρχία το 1879 στη θέση που βρισκόταν άλλοτε το ανάκτορο του Μουχτάρ. Στο κτήριο αυτό, τη νύχτα της 20ης Φεβρουαρίου του 1913, πάρθηκε η απόφαση της παράδοσης της πόλης στον ελληνικό στρατό.
Παλιό αρχοντόσπιτο κτισμένο στα τέλη του 18ου αιώνα, είναι το μόνο που σώθηκε από τη πυρκαγιά του 1820, χάρη στους εκτεταμένους αμπελώνες που το περιέβαλαν. Επί Τουρκοκρατίας ανήκε στην οικογένεια του Χουσεΐν-Μπέη. Η ονομασία ‘Σπίτι του Δεσπότη’ οφείλεται στο ότι ήταν για σημαντικό χρονικό διάστημα η έδρα του Μητροπολίτη Ιωαννίνων. Το αρχοντόσπιτο αυτό είναι κλασσικό στο είδος του. Θεωρείται αριστούργημα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής.